Αν συνεχίσουμε να εκμεταλλευόμαστε τους φυσικούς πόρους κατ’ αυτόν τον τρόπο, έως το 2050 θα χρειάζονται τρεις πλανήτες σαν τη γη για να συντηρήσουν τον τρόπο ζωής του ανθρώπινου πληθυσμού.
Οι πεπερασμένοι πόροι και τα κλιματικά ζητήματα έχουν καταστήσει αναγκαία τη μετάβαση από μια κοινωνία που βασίζεται στο μοντέλο “κατασκευή-κατανάλωση-απόρριψη” προς μια κλιματική ουδέτερη, περιβαλλοντικά βιώσιμη και πλήρως κυκλική οικονομία, απαλλαγμένη από τοξικούς ρύπους, έως το 2050.
Η κυκλική οικονομία είναι ένα μοντέλο παραγωγής και κατανάλωσης, το οποίο περιλαμβάνει την ανταλλαγή, εκμίσθωση, επαναχρησιμοποίηση, επισκευή, ανακαίνιση και ανακύκλωση των υπαρχόντων υλικών και προϊόντων όσο το δυνατόν περισσότερο προκειμένου να παραταθεί ο κύκλος ζωής τους.
Στην πράξη, η κυκλική οικονομία υποδηλώνει τη μείωση των αποβλήτων στο ελάχιστο δυνατό επίπεδο. Όταν ένα προϊόν φτάνει στο τέλος της ζωής του, τα υλικά κατασκευής του διατηρούνται μέσα στην οικονομία με οποιοδήποτε δυνατό τρόπο για να χρησιμοποιηθούν ξανά και ξανά, δημιουργώντας προστιθέμενη αξία στο προϊόν.
Αυτό αφορά και τον κάθε ένα μας ξεχωριστά. Προτού πετάξουμε κάτι να σκεφτούμε πως μπορούμε να το επαναχρησιμοποιήσουμε, ανακατασκευάσουμε ή ακόμα και να το μεταπωλήσουμε.
Αυτό έρχεται σε αντιπαράθεση με το παραδοσιακό μοντέλο οικονομίας, το οποίο βασίζεται στο πρότυπο “παίρνω-φτιάχνω-καταναλώνω-πετώ”. Το μοντέλο αυτό βασίζεται σε μεγάλες ποσότητες φθηνών και εύκολα προσβάσιμων υλικών και ενέργειας.

Σύμφωνα με την μελέτη της Eurostat oι πιο «ρυπογόνες» χώρες είναι η Δανία και το Λουξεμβούργο με 845 και 790 κιλά ανά άτομο, ακολουθούμενες από τις Μάλτα και Γερμανία με 643 και 632 κιλά αντίστοιχα.
Oι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης παράγουν τα λιγότερα αστικά απορρίμματα, με τη Ρουμανία να έχει τη λιγότερη παραγωγή με 287 κιλά ανά άτομο και ακολουθούν Πολωνία (346 κιλά) και Ουγγαρία (364 κιλά).
Η Ελλάδα βρίσκεται ελαφρώς υψηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο με 525 κιλά σκουπιδιών ανά άτομο και κάπου στη μέση στη σχετική λίστα με τις χώρες-μέλη.